ΑΜΚΕ Ερύμανθος

Αρχική Βότανα & Υγεία ΑΡΩΜΑΤΙΚΑ ΦΥΤΑ


ΑΡΩΜΑΤΙΚΑ ΦΥΤΑ
Καλλιέργεια αρωματικών φυτών
Επιχειρηματικό Σχέδιο: 
Κοιν.Σ.Επ.

Α. Περίληψη (Σύνοψη)

-Στόχοι (Στόχοι)

1. Δημιουργία διεξόδου στην αυξανόμενη τάση ερήματος των
απομακρυσμένων χωριών,
2. Ενίσχυση της τοπικής απασχόλησης νέων ανθρώπων στην περιοχή
όπου δεν υπάρχουν άλλες επαγγελματικές επιχειρήσεις, πλην της
κτηνοτροφίας, της γεωργίας και του τουρισμού,
3. Διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και ενίσχυση του κοινωνικού
ιστού με δραστηριότητες που προάγουν τα συγκριτικά
πλεονεκτήματα της περιοχής παρέμβασης,
4. Δημιουργία τοπικού ενδιαφέροντος για την επισκεψιμότητα στην
περιοχή,
5. Προσέλκυση τουριστών που επιδιώκουν την απόκτηση κοινωνικής
εμπειρίας γαστρονομικού τουρισμού,
6. Ενίσχυση του αγροτουρισμού,
7. Μακροχρόνια βιωσιμότητα της επένδυσης,
8. Μονιμο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην τιμή σε σχέση με την
και μειωμένο κατά μονάδα κόστους ποιότητας,
9. Διεκδίκηση μεριδίου τουλάχιστον 60% στην αγορά της Αροανίας και
των γύρω περιοχών, σε μια χρονική περίοδο 3 ετών,
10. Σημαντικότατο στόχο αποτελεί η αύξηση της δυναμικής του
κοινωνικού συνεταιρισμού, με την αύξηση των βασικών μελών σε
τουλάχιστον 10, σε μια χρονική περίοδο 3 ετών,
11. Παράλληλα με την αύξηση των μελών, επιτακτική ανάγκη
είναι και η αύξηση των εκτάσεων και των παραγόμενων ποσοτήτων
τοπικών προϊόντων,
12. Λόγω του γεγονότος ότι ο εν λόγω συνεταιρισμός είναι
νεοσύστατος, η προβολή του ιδίου και των προϊόντων του αποτελεί
βασικός στόχος. Έτσι σε ένα διάστημα λιγότερο του ενός έτους να
είναι γνωστός στο 90% του αγοραστικού πληθυσμού της περιοχής
παρέμβασης και στο 20% του ελληνικού αγοραστικού κοινού,
13. Στόχος είναι η διάθεση εξολοκλήρου της παραγωγής που
διαθέτει ο συνεταιρισμός και η συνεχής εξεύρεση νέων αγορών,
τόσο στην Πελοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα, όσο και σε άλλες
περιοχές και ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα,
14. Όσον αφορά τις τεχνικές υποδομές, ο συνεταιρισμός από τη
στιγμή που θα δραστηριοποιηθεί στον πρωτογενή τομέα, χρειάζεται
να πραγματοποιήσει και τις ανάλογες υποδομές, σε χώρο
αγροκτήματος, καθώς και αποθηκευτικών χωρών, σε κτίριο που θα
εκμισθωθεί,
15. Υπογραφή συμφωνητικών για την προώθηση των προϊόντων
σε τοπικά, αρχικά σούπερ-μάρκετ, λαϊκές αγορές και στόχευση σε
τουριστικά κέντρα, αλλά πωλούν προϊόντα σε πολιτιστικά
γεγονότα και εκδηλώσεις,
16. Η προώθηση της έννοιας της βιολογικής γεωργίας και η
ευαισθητοποίηση του καταναλωτικού κοινού σε θέματα υγιεινής
διατροφή είναι κοινή πρόταση των μελών και
17. Τέλος, η παραγωγή ανταγωνιστικών και εύκολα
αναγνωρίσιμων εμπορικών σημάτων (Brand-name), με ποιοτικά
χαρακτηριστικά προϊόντων, θα αποτελέσει μακροχρόνιο στόχο.

-Τόπος εγκατάστασης και Εγκαταστάσεις

Ο χώρος που θα κατασκευαστεί είναι ένα κοινωνικό αγρόκτημα που θα ενοικιάσει
έναντι μικρού αντιτίμου σε αναξιοποίητη ιδιωτική αγροτική έκταση ή
έκταση του Δήμου. Η αποθήκη και τα γραφεία που βρίσκονται κοντά στο
χώρος παραγωγής να μειωθούν τα μεταφορικά κόστη.

Γ. Προϊόντα και Υπηρεσίες (Προϊόντα και Υπηρεσίες)

- Περιγραφή προϊόντων και Υπηρεσιών
Σκοπός της επιχείρησης είναι η παραγωγή αρωματικών και φαρμακευτικών
φυτών με ποιοτικό χαρακτήρα, υψηλής διατροφικής και φαρμακευτικής
αξίας που θα βασιστεί σε ποιοτικές πρώτες ύλες και σε παραδοσιακές
μεθόδους παρασκευής. Τις πρώτες που τις παράγει η ίδια η Κοιν.Σ.Επ.
εφαρμόζοντας σύγχρονες και φιλικές προς τις μεθόδους περιβάλλοντος
παραγωγής.
Ενδεικτικά προϊόντα που παρέχουν είναι:
1. Χαμομήλι
2. Τσάι βουνού
3. Ρίγανη
4. Θυμάρι
5. Μάραθος
6. Δάφνη
7. Φασκόμηλο
8. Δενδρολίβανο
9. Βασιλικός
10. Μελισσοβότανο
11. Μέντα
12. Λεβάντα
13. Αλόη
14. Γλυκάνισος
15. Δίκταμος

- Καινοτόμα στοιχεία σε σχέση με ανταγωνιστικά προϊόντα

 Χάρη στην ποικιλία των τροφών της μεσογειακής διατροφής, αλλά
και στη σύγχρονη τάση αποφυγής χημικών σκευασμάτων και
αναζήτησης φυτικών φαρμακευτικών και καλλωπιστικών προϊόντων
υπάρχουν ανεξάντλητες δυνατότητες χρήσης των παραγόμενων
προϊόντα. Κάθε προϊόν μπορεί να αξιοποιηθεί είτε στη μαγειρική –
ζαχαροπλαστική είτε στην παρασκευή φαρμάκων και καλλυντικών με
φυσικά και όχι χημικά συστατικά.
 Συνεισφέρουν σε μια ισορροπημένη και υγιεινή ζωή, χωρίς
βιομηχανική επεξεργασία ώστε να χάσουν την αυθεντική τους γεύση
και τις θρεπτικές τους αξίες, λόγω των πολλών σταδίων
επεξεργασία από τα οποία περνάνε συνήθως.
 Είναι προϊόντα που εντάσσονται στις καθημερινές διατροφικές
συνήθειες όλων των ανθρώπων. Στη μαγειρική όσπριων, ζυμαρικών,
ψαρικών, ακόμα και κρεατικών και πουλερικών όλοι λίγο-πολύ
αρωματικό φυτό που προσδίδει μια αρωματική
γεύση και ευχάριστη μυρωδιά στα φαγητά.
 Τα τοπικά προϊόντα που παράγονται με βιολογικές μεθόδους
περιέχουν μεγαλύτερο ποσοστό βιταμινών σε σχέση με όσα
παράγονται με συμβατικές μεθόδους.
 Πρόκειται για προϊόντα που παράγονται αποκλειστικά από αυτούς
συνεταιριστές με υπευθυνότητα, μεράκι και εφαρμόζοντας τη
σύγχρονη τεχνογνωσία.
 Κάθε προϊόν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα διαφοροποιημένο
αγροτικό προϊόν, ασφαλές και υγιεινό για τον
καταναλωτή. Ενσωματώνει στοιχεία της ιστορίας και του πολιτισμού
του τόπου παραγωγής του, ενώ παράγεται και διακινείται με φιλικό
προς τους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον τρόπο.

-Μελλοντικά Προϊόντα και Υπηρεσίες

Η ισχυρή παραγωγική δομή του τομέα τροφίμων, ενώ αποτελεί δυνατό
στοιχείο της τοπικής οικονομίας, δε διασφαλίζει τη μελλοντική ανάπτυξη
της ΚοινΣΕπ. Αυτό συμβαίνει καθώς οι συνθήκες λειτουργίας της αγοράς
και ο τρόπος επιχειρηματικής δραστηριοποίησης έχουν αλλάξει δραματικά.
Στοιχεία όπως η βιώσιμη γεωργία για τη μείωση του περιβαλλοντικού
αντίκτυπου, η πράσινη παραγωγή με αξιοποίηση των υπολειμμάτων της
παραγωγική διαδικασία και την εξοικονόμηση ενέργειας, η διασφάλιση
της ασφάλειας και της υγιεινής των τροφίμων έως και το τελικό στάδιο
διάθεσή τους στην καταναλωτή, αλλά και οι επιλογές των καταναλωτών
επιδρούν καθοριστικά στην επιχειρηματική δραστηριότητα και την
ανταγωνιστικότητα των προϊόντων του κλάδου. Η ΚοινΣΕπ καλείται να
ανταποκρίνεται σε προκλήσεις όπως η ικανοποίηση αναγκών ειδικών
κατηγοριών καταναλωτών (ηλικιωμένοι, πάσχοντες από ασθένειες, παιδιά,
κτλ.), οι οποίοι ξεκινούν νέα πεδία επιχειρηματικής δραστηριοποίησης
και απαιτούν διαφορετική προσέγγιση με όσο το δυνατόν πιο άμεσα
και προσωπική διασύνδεση με τον καταναλωτή.
Ταυτόχρονα, η ΚοινΣΕπ θα διεισδύσει στην αγορά των φαρμακευτικών και
καλλυντικών προϊόντων, δίνοντας φυσικές λύσεις σε μια σειρά από
καταναλωτικές ανάγκες πρώτης προτεραιότητας.

Δ. Περίληψη ανάλυσης αγοράς (Περίληψη Ανάλυσης Αγοράς)

-Κατάτμηση αγοράς (Market Segmentation)

Το καταναλωτικό κοινό μπορεί να διακριθεί σε κατηγορίες, όσον αφορά την
αρχική του στα φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά ως εξής:
 Σε εκείνους που γνωρίζουν τη σημασία των συγκεκριμένων
προϊόντα και όλα εκείνα τα οποία επιφέρει η κατανάλωσή του
τους. Αυτή η ομάδα καταναλωτών αγοράζει συνειδητά και
διακατέχεται από μια σταθερότητα όσον αφορά την αγοραστική της
πρόθεση.
 Σε εκείνους οι οποίοι ναι μεν γνωρίζουν και αποδέχονται τη
βιολογική γεωργία και τα φυσικά προϊόντα διατροφής και υγιεινής,
αλλά για διάφορους λόγους (οικονομικοί κυρίως) δεν αποτελούν
καθημερινούς αγοραστές, αλλά περιστασιακούς.
 Σε εκείνους τους διαφορά που δεν ξεχωρίζουν τη διαφορά
ανάμεσα στη συμβατική και βιολογική γεωργία ή στα χημικά και
φυσικά συστατικά των φαρμάκων και των καλλυντικών, είτε γιατί
έχουν άγνοια είτε γιατί περιφρονούν τη διαδικασία του συστήματος
παραγωγής και της συμβολής του στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.
Τα παραγόμενα προϊόντα απευθύνονται μάλλον σε ιδιαίτερο και
συγκεκριμένο αγοραστικό κοινό, το οποίο είναι σαφώς ευαισθητοποιημένο
σε περιβαλλοντικά θέματα και θέματα διαφύλαξης της υγείας, μέσα από
την υγιεινή των τροφίμων και την καθημερινή χρήση φαρμακευτικών και
καλλωπιστικών προϊόντων από φυσικά υλικά, που διαθέτει αγοραστική
δύναμη, μόρφωση και παιδεία ανώτερη από τον μέσο όρο. Η ανάλυσή του
Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε δείγμα καταναλωτών βιολογικών
προϊόντα ανέδειξε μια μικρή ομάδα καταναλωτών που αποδεικνύονται
πιστοί πελάτες βιολογικών προϊόντων.
Κοντά σε αυτή την ομάδα βρίσκεται μια μεγάλη ομάδα, που έχει κοινά
χαρακτηριστικά με την πρώτη. Πρόκειται για άτομα που αγοράζουν
βιολογικά προϊόντα, γνωρίζοντας την αξία τους, αλλά είτε δεν έχουν
καιρό να αφιερώσουν πολύ χρόνο στις αγορές τους, είτε δεν διαθέτουν την
οικονομική ευχέρεια για να τα αγοράσουν. Η συγκεκριμένη
η ομάδα έχει μεγάλη δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξής της σε μια ομάδα
συχνών καταναλωτών βιολογικών προϊόντων αν το σύστημα
διανομής χωρίς μεσάζοντες ώστε να μειωθεί το κόστος ανά μονάδα
πωλήσεις.
Διαφαίνεται επίσης ότι η ηλικία αποτελεί σημαντικό παράγοντα, με τις
νεαρότερες ηλικίες να δείχνουν μια μεγαλύτερη προτίμηση, λόγω της
αυξημένης ευαισθητοποίησής τους σε περιβαλλοντικά θέματα, χωρίς όμως
να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σα γεγονός, λόγω της χαμηλής αγοραστικής
τις ικανότητες και τις μεγαλύτερες ηλικίες να προτιμούν την κατανάλωση
βιολογικών προϊόντων λόγω της ασφάλειας και της υψηλής διατροφικής
αξίας των συγκεκριμένων τροφίμων. Η ύπαρξη παιδιών στην οικογένεια
παρουσιάζει ενδιαφέρον καθότι αυξάνει την τάση των γονέων για αγορά
βιολογικών τροφίμων. Τέλος, αυξημένη ζήτηση παρουσιάζεται και από τις
κατηγορίες των καταναλωτών που διαθέτουν υψηλότερο εισόδημα και
επίπεδο μόρφωσης.
Η ΚοινΣΕπ θα δραστηριοποιηθεί κατά 40% στο λιανικό εμπόριο και κατά
περίπου 60% στο χονδρικό, δηλαδή σε βιομηχανίες που παράγουν
φαρμακευτικά και καλλυντικά προϊόντα. Οι πελάτες που θα αγοράσουν σε
τιμές λιανικής είναι νοικοκυριά της γύρω περιοχής και μεγάλων αστικών
κέντρων όπου υπάρχει φυσικό σημείο πωλήσεων, τουρίστες και
Οι πολίτες του Δήμου και οι ιδιώτες που κάνουν παραγγελίες μέσω
διαδικτύου. Οι πελάτες χονδρικής που είναι φαρμακευτικές βιομηχανίες,
φαρμακεία, επιχειρήσεις παρασκευής φυσικών καλλυντικών, ξενοδοχειακές
μονάδες, τουριστικά καταλύματα, εστιατόρια, καφετέριες και γενικότερα
εστίασης από την ευρύτερη περιοχή της Αροανίας, αλλά και
από άλλες περιοχές της Ελλάδας και σε βάθος χρόνου και του εξωτερικού
(Βαλκάνια, Μεσόγειος).

-Στρατηγική Στοχοποιημένη Αγοράς (Target Market Segment  Στρατηγική)

- Χαρακτηριστικά της αγοράς στην οποία απευθύνεται η επιχείρηση.

Η ζήτηση αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών ακολουθεί μια αυξητική
πορεία τα τελευταία χρόνια. Η τάση αυτή και η στροφή των καταναλωτών
αποδεικνύεται από την ολοένα αυξανόμενη διαφήμιση των εν λόγω
προϊόντα, την ύπαρξη ενδιαφέροντος από τους παραγωγούς και την
αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων με το σύστημα της βιολογικής
γεωργίας, αλλά και η πληθώρα των διαφορετικών παραγόμενων ειδών.
Αυτό είναι φυσικό επακόλουθο και οφείλεται στη γενικότερη κατάσταση
που επικρατεί στην αγορά, αλλά και τις ειδικές συνθήκες των
κοινωνικών δεδομένων, που έχουν σχέσεις αλληλεπίδρασης. Πιο
συγκεκριμένα, ο βασικότερος ίσως λόγος αγοράς είναι το αίσθημα
ασφάλεια που νιώθουν οι επιλέγοντας βιολογικό προϊόν από
τοπικούς παραγωγούς. Αυτό οφείλεται στην έντονη προφύλαξη
της υγείας τους, έναντι των συνεχών διατροφικών σκανδάλων που
κατακλύζουν και συγκλονίζουν την κοινή γνώμη και των επιβλαβών
ουσιών που περιέχουν τα συμβατικά τρόφιμα και τα χημικά φάρμακα και
καλλυντικά, αλλά και τη σιγουριά που προσδίδουν τα φυσικά και βιολογικά
προϊόντα.
Ο δεύτερος κατά σειρά λόγος προτίμησης των βιολογικών προϊόντων είναι
η απόκτηση οικολογικής συνείδησης που αρχίζει να εδράζεται μέσα στην
κοινωνία. Ο καταναλωτής είναι πλέον υποψιασμένος και θορυβημένος από
τις καταστροφικές συνέπειες που προκαλεί η συμβατική γεωργία και
κτηνοτροφία στο περιβάλλον με τη ρύπανση των υδάτων από νιτρικά και
φυτοφάρμακα, την καταστροφή της βιοποικιλότητας και τη βάναυση
εντατική εκμετάλλευση των γεωργικών εκτάσεων στο όνομα του κέρδους.
Συνειδητοποιεί λοιπόν ότι πρέπει και ο ίδιος να συμβάλει με τον τρόπο του
στο να διαφυλάξει την αειφορία της γεωργίας και τη φυσική του
κληρονομιά και θεωρεί την αγορά βιολογικών τροφίμων και φυσικών
φαρμακευτικών και καλλυντικών παρασκευασμάτων μια λύση προς αυτή
την κατεύθυνση.
Η συμπεριφορά των καταναλωτών όμως, όσον αφορά την αγορά
βιολογικών και φυσικών προϊόντων επηρεάζεται και αρνητικά από λόγους
όπως οικονομική δυσχέρεια και δυσκολία εύρεσης των συγκεκριμένων
προϊόντα σε συνοικιακά καταστήματα και φαρμακεία.
Ανασταλτικός παράγοντας στην αγορά των βιολογικών και φυσικών
τα προϊόντα αποτελούν και η εποχικότητα, η οποία διέπει την παραγωγή τους,
σε συνδυασμό με τη δειλή ακόμη κίνηση στον τομέα της πώλησής τους από
τα καταστήματα. Σύμφωνα με τον κυριότερο νόμο της αγοράς, αυτόν της
προσφοράς και της ζήτησης, η δυσκολία παραγωγής τους όλο το χρόνο και
η έλλειψη ικανοποιητικών ποσοτήτων μεταποιημένων προϊόντων,
παράλληλα με τη δυσκολία τους στα καταστήματα, έχει ως
συνέπεια η τιμή τους να παρουσιάζεται αυξημένη.

-Ανάλυση κλάδου αγορών τροφίμων, φαρμάκων και καλλυντικών
(Ανάλυση της αγοράς της βιομηχανίας τροφίμων, φαρμακευτικών προϊόντων και καλλυντικών)

- Χαρακτηριστικά και περιγραφή του ομίλου των ανταγωνιστών της
επιχείρησης.


Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής
Ανάπτυξης και Τροφίμων, στο τέλος του 2011 δραστηριοποιούνταν στον
κλάδος 18.415 βιοκαλλιεργητές, 1.506 μεταποιητές, 5 εισαγωγείς και 27
χονδρέμποροι-διακινητές. Όπως προκύπτει από τον πίνακα που
παρατίθεται, η πλειοψηφία των εκμεταλλεύσεων (46,4% ή 10.640
εκμεταλλεύσεις), αφορά στην καλλιέργεια ελιάς. Το 21% των βιολογικών
εκμεταλλεύσεων βρίσκονται στη Δυτική Ελλάδα, το 16% στην
Πελοπόννησο, το 12% στο Β. Αιγαίο, το 11% στη Θεσσαλία, το 10,3%
στην Κεντρική Μακεδονία, το 7,9% στην Κρήτη και ακολουθούν οι λοιπές
περιοχές της Ελλάδας.
Οι προοπτικές της εγχώριας οικονομίας για την περαιτέρω ανάπτυξη της
βιολογικής γεωργίας είναι θετική, αφού εκτός των ευνοϊκών
κλιματολογικών και εδαφολογικών συνθηκών σε περιοχές της
χώρας και της αυξανόμενης διεθνούς ζήτησης, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον
για επιχειρηματική δραστηριοποίηση στον κλάδο.
Τα σημαντικότερα προβλήματα που περιγράφουν την ανάπτυξη είναι οι
χαμηλότερες αποδόσεις σε σχέση με τη συμβατική γεωργία, η έλλειψη
τεχνογνωσίας, η υψηλή εξάρτηση της παραγωγής από τις επιδοτήσεις, το
μικρό μέγεθος και το περιορισμένο εύρος της εγχώριας αγοράς και οι
υψηλές τιμές που περιορίζουν τη διεύρυνσή της.
Ωστόσο, οι προοπτικές της ελληνικής αγοράς παραμένουν θετικές. Τα
βιολογικά προϊόντα έχουν αυξανόμενο βαθμό ελκυστικότητας λόγω των
διατροφικών σκανδάλων και της ευαισθησίας που επιδεικνύουν οι
πληροφορίες σε θέματα υγείας και θα μπορούσαν να συμβάλουν στη
μείωση της ανεργίας. Παράλληλα, η ανάπτυξη της διεθνούς αγοράς
βιολογικών προϊόντων συνεχίζεται με υψηλούς ρυθμούς. Σύμφωνα με την
ICAP, η παγκόσμια ζήτηση βιολογικών προϊόντων προέρχεται κατά το
Το μεγαλύτερο μέρος της (>90%) από τις ανεπτυγμένες χώρες της Β.
Αμερικής της Ευρώπης, με σημαντικότερες αγορές το 2011 τις ΗΠΑ με
21 δις. δολάρια, τη Γερμανία με 6,6 δις και τη Γαλλία με 3,8 δις. Είναι
χαρακτηριστικό ότι η διείσδυση των βιολογικών στη συνολική κατανάλωση
τροφίμων είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη. Το συνολικό μέγεθος
της Ελληνικής αγοράς εκτιμάται σε λιγότερο από 200 εκ. ευρώ, εκ των
είναι περισσότερο από 60% αφορά εισαγόμενα βιολογικά τρόφιμα που
θα μπορούσαν εύκολα να παραμείνουν στη χώρα μας.
Η Ελλάδα θεωρείται μια από τις πλουσιότερες χώρες σε αρωματικά και
φαρμακευτικά φυτά, γεγονός που ανοίγει νέους και αρκετά
προσοδοφόρους δρόμους στις αγροτικές καλλιέργειες, αν υπάρξει η
απαιτούμενη οργάνωση για να αξιοποιηθεί.
Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο κλάδο
θεωρούνται μικρές, αλλά το μέγεθός τους δεν είναι περιοριστικό όσον αφορά
αφορά την ανταγωνιστικότητα στη διεθνή αγορά.
Άλλωστε, οι εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας μας ευνοούν
ιδιαίτερα την ανάπτυξη αρωματικών φυτών που δίνουν προϊόντα
εξαιρετικής ποιότητας.

-Ανάλυση Ανταγωνισμού και Αγορών (Competition and Buying
Μοτίβα)
Οι βιολογικές καλλιέργειες στην Ελλάδα βρίσκονται στα αρχικά τους
βήματα ανάπτυξης. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις είναι σχετικά μικρές ως
ποσοστό επί του συνόλου και η αγορά βιολογικών προϊόντων είναι
περιορισμένη. Παρουσιάζει όμως μια αξιοσημείωτη δυναμική και έναν από
τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα θεωρείται μία από τις πλουσιότερες χώρες σε αρωματικά φυτά,
γεγονός που ανοίγει νέους και προσοδοφόρους δρόμους στις αγροτικές
καλλιέργειες.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το δίπτυχο της επιτυχίας σύμφωνα με τους
γνώστες του τομέα, που ειδικεύονται στις καλλιέργειες αρωματικών και
φαρμακευτικών φυτών, είναι αφενός η συνεργασία μέσω ομάδων
παραγωγών και η ποιότητα με βιολογικές μεθόδους.
Σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης για πωλήσεις εντός και εκτός ελληνικών
συνόρων εμφανίζουν οι πολλές υποσχόμενες καλλιέργειες ρίγανης, μέντας
και λεβάντας που ανήκουν στα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, με τις
στρεμματικές αποδόσεις να υπερδιπλασιάζονται όταν αυτές γίνονται με
βιολογικά κριτήρια.
Και οι τρεις καλλιέργειες εξάλλου πέραν των μεγάλων προοπτικών
ανάπτυξη που παρουσιάζουν στη βιομηχανία τροφίμων, στη
φαρμακοβιομηχανία και την αρωματοποιία με την παρασκευή αιθέριων
ελαίων, επιδοτούνται με μεγάλα ποσά ενίσχυσης από τα χρηματοδοτικά
προγράμματα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Τα παράγωγα των βιολογικών προϊόντων της ευρύτερης περιοχής
παρέμβασης επιλέγουν να διαθέσουν τα προϊόντα τους και να τα
πουλήσουν είτε μέσω κάποιου ενδιάμεσου φορέα προώθησης, είτε
διαθετώνται σε κάποια οργανωμένη μονάδα πώλησης (σούπερ-μάρκετ,
καταστήματα πώλησης βιολογικών προϊόντων κ.α.), είτε πουλώντας τα
Τα προϊόντα τους τα ίδια σε λαϊκές αγορές ή απευθείας από το κτήμα. Πιο
συγκεκριμένα αναλύονται στη συνέχεια οι κυριότερες μορφές πώλησης των
βιολογικών προϊόντων από τους παραγωγούς.
 Χονδρική πώληση σε εταιρίες διανομής
Πρόκειται για τον πιο διαδεδομένο τρόπο διακίνησης των προϊόντων στην
περιοχή. Οι παραγωγοί εξασφαλίζουν την εξ ολοκλήρου πώληση της
παραγωγής τους, χωρίς να απαιτείται μεταφορά από τους ίδιους, διαλογή,
τυποποίηση και συσκευασία, αλλά ούτε και αποθήκευση του προϊόντος.
Βέβαια οι τιμές που επιτυγχάνονται είναι κατά πολύ μικρότερες και
μακροπρόθεσμα καταβαλλόμενες, αλλά και το ίδιο το προϊόν χάνει την
προστιθέμενη αξία που είχε αν είχε διοχετευθεί στην αγορά με άλλους
τρόπους (αποφυγή φύρας) ή αν ήταν με οποιονδήποτε τρόπο
μεταποιημένο.

 Χονδρική πώληση σε υπεραγορές τροφίμων
Με την αναδιάρθρωση της αγοράς που προέκυψε με το πέρασμα των ετών
δημιουργήθηκαν και οι δομές των υπεραγορών τροφίμων, οι περισσότερες
οι ανήκουν σε μεγάλες αλυσίδες τροφίμων. Η διέξοδος των
παραγωγών βιολογικών προϊόντων προς αυτή τη μορφή της αγοράς, με
χονδρική πώληση των προϊόντων τους, αποτελεί μια ολοένα αυξανόμενη
τακτική προώθησης. Τα πλεονεκτήματα αυτού του τρόπου διακίνησης είναι
το γεγονός ότι απευθύνεται σε ευρύ καταναλωτικό κοινό, το οποίο πέρα
των άλλων αγαθών που θα αγοράσει, θα μπορέσει να βρει και να
αναγνωρίζει και τα βιολογικά προϊόντα που είναι τοποθετημένα σε
συγκεκριμένα ράφια με όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που τα
καθιστούν αναγνωρίσιμα. Πέρα από αυτά οι παραγωγοί μπορούν να
επιτύχουν αύξηση της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων και παγίωση της
θέση τους στην αγορά. Για να διαθέσει κάποιος παράγωγα τα προϊόντα
του με τον συγκεκριμένο τρόπο πρέπει να τα τυποποιεί και να τα
συσκευάζει, να διαθέτει μεγάλη γκάμα προϊόντων και μέσα για την
μεταφορά τους. Οι παραγωγοί όμως που προτιμούν αυτόν τον τρόπο
διανομής έρχονται αντιμέτωποι με το μεγάλο ανταγωνισμό που υπάρχει
από ομοειδή προϊόντα και σχετικά μεγάλο διάστημα αποπληρωμής τους.

 Χονδρική πώληση σε καταστήματα βιολογικών προϊόντων
Αποτελεί έναν ολοένα και αυξανόμενο τρόπο διακίνησης βιολογικών
προϊόντα στη χώρα μας, λόγω κυρίως της ανάπτυξης πολλών τέτοιων
μικρών, αλλά και μεγαλύτερων καταστημάτων σε όλες τις περιοχές της
χώρας και όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ο τρόπος αυτός πώλησης
των προϊόντων δίδει το πλεονέκτημα της αμεσότητας της πώλησης, καθώς
υπάρχει η δυνατότητα ανταλλαγής απόψεων μεταξύ πωλητή και
καταναλωτή, η βελτίωση των προϊόντων μέσα από
παρατηρήσεις των καταναλωτών και η ευκολία σε βελτιώσεις και
τροποποιήσεις αυτών. Βέβαια τα βιολογικά προϊόντα είναι ευκολότερα να
πωλούνται και χύμα, αν το κατάστημα ελέγχεται και πιστοποιείται.
Εντούτοις τα βασικά μειονεκτήματα είναι η απαίτηση δικτύου
διανομής, χρόνου για την προώθηση και τη διανομή τους, αλλά και μεγάλη
γκάμα προϊόντων και το μεγάλο διάστημα αποπληρωμής.

 Λιανική πώληση σε λαϊκές αγορές
Αποτελεί έναν παραδοσιακό τρόπο διακίνησης βιολογικών προϊόντων από
το ξεκίνημα της βιολογικής γεωργίας στη χώρα μας. Σήμερα διακινούνται
καθημερινά περισσότεροι από 5-7 τόνους βιολογικών νωπών προϊόντων στις
αγορές βιολογικών προϊόντων μόνον της Αθήνας, αλλά σημαντικές
ποσότητες διακινούνται και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Στην Πάτρα, που
είναι το κοντινότερο μεγάλο κέντρο της περιοχής παρέμβασης
συνήθης καθημερινά εκτός Κυριακής λαϊκή αγορά συμβατικών
προϊόντα, αλλά και δύο φορές την εβδομάδα βιολογική αγορά με
ικανοποιητική συμμετοχή παραγωγών και ανάλογο ενδιαφέρον κόσμου.
Λαϊκές αγορές πραγματοποιούνται και σε άλλα μέρη του νομού, όπως και
στα Τριπόταμα κάθε Κυριακή. Ο τρόπος αυτός πώλησης παρουσιάζει
πλεονεκτήματα όσον αφορά την αξιολόγηση σχετικά υψηλών, ακόμα
και για τα δεύτερη και τρίτη διαλογή προϊόντων, στην πώληση τοις
μετρητοί, στην άμεση και καθημερινή επαφή με τους πελάτες και στη μη
αναγκαιότητα τυποποίησης και συσκευασίας. Για να υπάρξει όμως η
συμμετοχή των παραγωγών στις λαϊκές αυτές πρέπει να διαγραφούν από
τον παράγωγο πολύτιμο χρόνος από την εργασία του στα κτήματα,
κατάλληλες υποδομές μεταφοράς, αλλά και να εκσυγχρονιστούν και να
αναβαθμίζονται από την Τοπική Αυτοδιοίκηση οι υποδομές στήριξης των
αγορών αυτών.

 Λιανική πώληση κατευθείαν από το κτήμα
Ο τρόπος αυτός πωλείται στις περισσότερες των περιπτώσεων συνδυάζεται
με την ύπαρξη κατάλληλων υποδομών αγροτουρισμού και επισκέψεων
αγροκτημάτων και προσφέρει τη δυνατότητα άμεσης επαφής με τους
την προσφορά και άλλες υπηρεσίες και την άμεση
αύξηση του εισοδήματος των παραγωγών, αφού η πώληση
εφαρμογή της μετρητοίς. Η πραγματοποίηση όμως όλων αυτών
απαιτεί την ύπαρξη κατάλληλων υποδομών, χωρών υποδοχής και
εγκαταστάσεων, όπως ψυγεία και χώροι συντήρησης και αποθήκευσης των
προϊόντα.

 Λιανική πώληση από οργανωμένες συνεταιριστικές οργανώσεις,
μέσω τοπικών καταστημάτων
Ο συγκεκριμένος τρόπος παρουσιάζει όλα τα πλεονεκτήματα των
παραπάνω τρόπων πώλησης των βιολογικών προϊόντων, αφού παρέχει
άμεση επαφή με τους, υπάρχει η δυνατότητα ενημέρωσης
του καταναλωτικού κοινού από τους ίδιους τους βιοπαραγωγούς και
προσφέρει καλύτερη διαπραγματευτική ικανότητα για τη χονδρική
πώληση. Όμως έχουμε πολύ καλή οργάνωση όλων των τμημάτων της
λειτουργικής διαδικασίας των οργανώσεων αυτών και πάνω απ' όλα
άριστες σχέσεις συνεργασίας μεταξύ των μελών.
Η διάρθρωση της αγοράς, όσον αφορά τα σημεία πώλησης των βιολογικών
προϊόντα έχει ως εξής:

 Μεγάλες αλυσίδες υπεραγορών τροφίμων
Πρόκειται για μεγάλα πολυκαταστήματα που πωλούν μαζί με τα συμβατικά
προϊόντα και βιολογικά. Οι αλυσίδες αυτές των σούπερ-μάρκετ διαθέτουν
υποκαταστήματα σε τη χώρα και θέτουν αυστηρά πρότυπα όσον αφορά
αφορά την ποιότητα των προϊόντων. Στο νομό Αχαΐας δραστηριοποιούνται
τέτοιες μεγάλες αλυσίδες, όπως ο Βερόπουλος, τα Carrefour
Μαρινόπουλος, τα ΑΒ Βασιλόπουλος κ.α.

 Καταστήματα αμιγώς βιολογικών προϊόντων
Τέτοιου είδους μαγαζιά πωλούν αποκλειστικά βιολογικά προϊόντα, είτε χύμα
είτε συσκευασμένα. Στην πρώτη περίπτωση, ελέγχονται και πιστοποιούνται
από τους αρμόδιους φορείς, ενώ αν τα πωλούν συσκευασμένα δεν
έλεγχος. Στην ευρύτερη περιοχή παρέμβασης
δραστηριοποιούνται τέτοιες εταιρείες, κυρίως
συσκευασμένων και μεταποιημένων προϊόντων εισαγωγής, ζωικής
προέλευσης ως επί το πλείστον, όπως είναι τυριά, γάλατα, αλλαντικά, αλλά
και νωπών προϊόντων, γεγονός που καταδεικνύει την αδυναμία των
Ελλήνων παραγωγών να τυποποιήσουν και να διαθέσουν τα προϊόντα τους
στα καταστήματα αυτά.

 Λαϊκές αγορές βιολογικών προϊόντων
Πρόκειται για ένα θεσμό που είναι σχετικά νέο στην περιοχή. Το
κοντινότερο σημείο οργάνωσης τέτοιων λαϊκών είναι η Πάτρα, όπου
πραγματοποιούνται δυο βιολογικές αγορές σε εβδομαδιαία βάση.

 Λαϊκές αγορές συμβατικών προϊόντων
Στις κλασικές λαϊκές αγορές γίνεται πώληση και βιολογικών νοπών
προϊόντα από παράγωγα που διαθέτουν το προϊόν τους σε
πάγκους, έχοντας την επισήμανση ότι το προϊόν είναι βιολογικό και κάποιες
άλλες πιθανές λεπτομέρειες που το εν λόγω.
Ε. Περίληψη Στρατηγικής και Υλοποίησης (Στρατηγική και
Περίληψη υλοποίησης)

-Ανάλυση SWOT (Δυνατά σημεία-Αδυναμίες-Ευκαιρίες-Απειλές)

Η ανάλυση SWOT είναι ένα μοντέλο για οικονομική ανάλυση, το
που εξετάζει την εταιρεία ως προς τις Δυνατότητές της (Strengths), τις
Αδυναμίες της (Weaknesses), τις Ευκαιρίες (Opportunities) και τις Απειλές
(Threats) από το εξωτερικό περιβάλλον. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης
δίνουν πληροφορίες για το πώς η ΚοινΣΕπ μπορεί να τις μεγιστοποιήσει
δυνατότητες της και να ελαχιστοποιήσει τις αδυναμίες της, ούτως ώστε να
εκμεταλλευτεί τις Ευρώπη και να αποφύγει ή να ξεπεράσει τις απειλές.
Στο σημείο αυτό παρουσιάζουμε την υφιστάμενη κατάσταση στην αγορά
βιολογικών προϊόντων και φυτικών καλλυντικών και φαρμάκων, με τη
μέθοδος της ανάλυσης SWOT, παραθέτοντας τα δυνατά και αδύνατα σημεία
του τομέα και παρουσιάζοντας τις μεγάλες και τις απειλές που μπορούν να
προκύψουν με βάση τις συνθήκες που επικρατούν στον ευρύτερο τομέα
της οικονομίας και λαμβάνοντας ως βάση τις αλλαγές και τις τάσεις της
κοινωνίας και τις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιούνται.

ΔΥΝΑΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΑΔΥΝΑΤΑ ΣΗΜΕΙΑ
• Παραγωγή ποιοτικών  Νεοεισερχόμενη επιχείρηση
προϊόντων μεγάλης θρεπτικής
αξίας,
• Τα τρόφιμα που παράγονται
με αγνές πρώτες ύλες
προσδίδουν ασφάλεια και
διασφαλίζουν την υγεία των
καταναλωτών,
• Παραγωγή προϊόντων με όσο
το δυνατόν λιγότερη
επιβάρυνση του
περιβάλλον,
• Η περιοχή του Δήμου
Η Αροανίας είναι μια περιοχή με
κατάλληλες και ευνοϊκές
συνθήκες για την παραγωγή
βιολογικών αρωματικών και
φαρμακευτικών φυτών,
• Ύπαρξη ευνοϊκών
κλιματολογικών συνθηκών
για παραγωγή μεγάλης
ποικιλία αγροτικών προιοντων
• Περιοχή με παράδοση
ενασχόλησης στη γεωργία και
κτηνοτροφία,
• Άριστη γνώση των
προμηθευτών της περιοχής
λόγω καταγωγής των
συνεταιριστών από την
περιοχή και μόνιμης
εγκατάστασής τους σε αυτή,
• Κατάλληλη επιλογή
τοποθεσία της έδρας της
επιχείρησης,
• Αυξημένη πιθανότητα
οικονομική ενίσχυση από
επιδοτήσεις της είναι
ένωση και των
πρόγραμμα του
Υπουργείου Αγροτικής
Ανάπτυξης,
• Η θετική άποψη των
στην αγορά, δεν έχει
εδραιωθεί ακόμα,
 Προβλήματα όσον αφορά την  παραγωγή (υψηλό κόστος  παραγωγής,  φυτοπροστατευτικά  κτλ.)
 Προσκόλληση των  παραγόντων σε ξεπερασμένες  καλλιέργειες,
 Η εποχικότητα αυτών των  προϊόντων που έχουν  διάθεση στην  αγορά,
 Μικρή ακόμη η  ευαισθητοποίηση των  ανθρώπων που ζουν σε  απομακρυσμένες περιοχές σε  θέματα ποιότητας διατροφής  και περιβάλλοντος,
 Προϊόντα που στερούνται της  αποδοχής που τους ταιριάζει  και μάλλον μπορούμε να πούμε ότι απευθύνονται σε  συγκεκριμένο κοινό,
 Εμφανίζουν μεγαλύτερη τιμή  σε σχέση με τα συμβατικά,
 Απουσία εξειδικευμένων  καταστημάτων
συγκεκριμένων προϊόντων  (Δυσκολία Ευρεσίας τους από  τους στης),
 Προβλήματα διάθεσης των  προιοντων
 Ανυπαρξία υποδομών
μεταποίησης-τυποποίησης σε  εγκαταστάσεις σύγχρονων  προδιαγραφών,
 Ο τομέας των εξαγωγών δεν εμφανίζει σημάδια  δυναμισμού,
καταναλωτών και της κοινής  γνώμης γενικότερα για τα  βιολογικά προϊόντα.
 Έλλειψη σωστής διαφήμισης,
 Αποσπασματικές δράσεις  προβολής και προώθησης,
 Μη συσπείρωση των  παραγωγών σε οργανωμένες
μορφές συνεργασίας - έλλειψη συνεταιριστικού πνεύματος,
 Απουσία τεχνογνωσίας όχι  μόνο από τους παραγωγούς,
αλλά και από τους  συμβούλους γεωπόνους,
 Μικρή σχετικά αρωγή από τα
ερευνητικά και  πανεπιστημιακά ιδρύματα,
 Η αναπόφευκτη μείωση των
αποδόσεις που είναι  ιδιαίτερα έντονες κυρίως κατά την περίοδο της μετατροπής μιας εκμετάλλευσης από
συμβατική σε βιολογική. Κατά  την περίοδο αυτή, η υψηλότερη τιμή των
τα προϊόντα της  εκμετάλλευσης δεν μπορούν να καλύψει από μόνη της
απώλεια εισοδήματος του  παραγωγού, η οποία  καλύπτεται συνήθως με  επιδοτήσεις,
 Η έλλειψη ζωοτροφών και  ιδιαίτερα φθηνών  ζωοτροφών,
 Η έλλειψη πιστοποιημένων  βοσκοτόπων,
 Η έλλειψη  πνεύματος από τους αγρότες  και τους κτηνοτρόφους,
 Η έλλειψη πληροφόρησης του
καταναλωτή γύρω από την  αξία των τοπικών προϊόντων,
 Η έλλειψη ανάπτυξης μιας  ειλικρινούς σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στους
παράγωγα, τους διακινητές  και τους μετα, σχέση που μπορεί να
διαμορφώνεται στη βάση της  υπευθυνότητας των παραγωγών, της
ακεραιότητας των εμπόρων –  διακινητών και ενός
αποτελεσματικού και  αξιόπιστου συστήματος ελέγχου και πιστοποίησης.

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ

 Στροφή και ευαισθητοποίηση  του καταναλωτικού κοινού
προς την αγορά ασφαλών για  την υγεία και το περιβάλλον  τροφίμων,
 Οι μεγάλες αλυσίδες  τροφίμων απαιτούν πλέον την
υπάρχουν προϊόντα που έχουν  παραχθεί με βάση κάποιο
υπάρχον σύστημα  πιστοποίηση και μάλιστα
κάποια από αυτά έχουν  καθιερώσει τις δικές τους  στην  πιστοποίηση,
 Η αγορά ολοένα στρέφεται  προς τα προϊόντα με
ταυτότητα προέλευσης και  παραδοσιακός χαρακτήρας,
 Στοχευση προς τις αγορές
των μεγάλων αστικών  κέντρων, όπου η ζήτηση των
συγκεκριμένων προϊόντων παρουσιάζεται αυξημένη,
 Οι Κοινωνικο-οικονομικές  δυσχέρειες της σημερινής,  πραγματικότητας,
 Αυξημένος ανταγωνισμός από  χώρες του εσωτερικού που
παράγουν βιολογικά  προϊόντα,
 Ανταγωνισμός και με τα  συμβατικά προϊόντα, τα οποία
τυγχάνουν καλύτερη ίσως  διαφήμιση και αποδοχή από  το αγοραστικό κοινό,
 Αδυναμία μεταποίησης,
 Ο καιρός, καθώς η επιχείρηση  προωθεί ευπαθή αγροτικά  προϊόντα,
 Κίνδυνος αποτυχίας  παρακολούθησης των νέων  τεχνολογιών.
 Οι υπεραγορές τροφίμων  αποτελούν ελκυστική αγορά  για την προώθηση των
βιολογικών προϊόντων από  τους παραγωγούς, γιατί το  αγοραστικό κοινό είναι
μεγάλο και διαφοροποιημένο,
 Δικτύωση με επιχειρήσεις  στον χώρο της εστίασης και
του αγροτουρισμού /  γαστρονομικού τουρισμού,
 Η μεγάλη ποικιλία προϊόντων  και μεταποιημένων τροφίμων
που μπορεί να προκύψει  από την αύξηση και την ανάπτυξη  της βιολογικής γεωργίας,
 Τα μεταποιημένα και  τυποποιημένα προϊόντα
αποτελούν τομέα αυξημένου  ενδιαφέροντος,
 Η συνεχής τεχνολογική  πρόοδος και η ανάπτυξη του τομέα της πληροφορίας,
 Νέες διαθέσιμες τεχνολογίες  μαζικής χρήσης πχ social
ΜΜΕ, οχλος. Εφαρμογές που  μπορούν να επεξεργαστούν ως κανάλι προώθησης,
 Σύνδεση της πώλησης των  βιολογικών τροφίμων με τον
αυξημένος τουρισμός, καθώς  και με τα διάφορα πολιτιστικά
γεγονότα της ευρύτερης  περιοχής παρέμβασης,
 Έλλειψη εκπαίδευσης στους  τομείς της εξωστρέφειας με τη χρήση των νέων
τεχνολογιών από τους  ανταγωνιστές,
 Σημαντικές στρατηγικές  κινήσεις από τα Επιμελητήρια
της περιοχής για την  προώθηση των τοπικών
αγροτικών προϊόντων  διεθνώς (π.χ. συμμετοχή με
περίπτερο της Περιφέρειας  Δυτικής Ελλάδας στη μεγάλη
έκθεση Grekland Panorama  2014: Τουρισμός- Γαστρονομία- Πολιτισμός που
πραγματοποιήθηκε στη  Στοκχόλμη στις 15-16 Φεβρουαρίου 2014),
 Προγράμματα της  ένωσης τα οποία επιδοτούν τοπικά
παραδοσιακά προϊόντα και  πρωτοβουλίες που προέρχονται
αγροτικά προϊόντα όπως είναι  τα δίκτυα Κοινωνικής Γεωργίας.

-Ανταγωνιστικότητα (Competitive Edge)

- Ανταγωνιστικά προτερήματα της επιχείρησης.
Η ΚοινΣΕπ είναι ένας νέος φορέας της Κοινωνικής Οικονομίας που σε
αναπτυγμένα και αναπτυσσόμενα κράτη υπάρχει εδώ και 25 χρόνια. Η
μιας ΚοινΣΕπ διαφορά από άλλη μορφή επιχείρησης είναι ότι
τα κέρδη της επανεπενδύονται, είτε στην ίδια επιχείρηση που τα
διαχειρίζεται είτε προσφέρονται για κάποιο κοινό σκοπό. Πρόκειται
δηλαδή για μια νέα μορφή επιχειρείν που δίνει έμφαση στον άνθρωπο και
στην κοινωνική συνοχή.
Τα αναπτυξιακά πλεονεκτήματα της περιοχής όπου θα δραστηριοποιηθεί η
Η ΚοινΣΕπ είναι αρκετά και μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι ευνοϊκές
συνθήκες για την παραγωγή προϊόντων, καθώς και το
ανθρωπογενείς και φυσικό περιβάλλον τα οποία δίνουν τη δυνατότητα να
αναπτυχθούν ήπιες τουριστικές δραστηριότητες, σε συνδυασμό με την
προώθηση των τοπικών παραδοσιακών προϊόντων βιολογικής προέλευσης.
Η ΚοινΣΕπ θα επιτύχει τους στόχους με τη διεύρυνση της οικονομικής
δραστηριότητας για την ανάπτυξη ενός βιώσιμου κοινωνικού ιστού, ώστε
να δοθεί προοπτική στην αναζωογόνηση των μειονεκτουσών περιοχών της
Δυτικής Ελλάδας, στην κατεύθυνση της ανάπτυξης καινοτόμων μορφών
επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εκμεταλλευόμενη το πλούσιο φυσικό και
ανθρωπογενές περιβάλλον, η ΚοινΣΕπ μπορεί να συμβάλει καθοριστικά
στην ανάπτυξη του κλάδου των εναλλακτικών μορφών τουρισμού και
κυρίως του αγροτουρισμού και του γαστρονομικού τουρισμού, σε
συνδυασμό με την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό των
εκμεταλλεύσεων για την παραγωγή πιστοποιημένων ποιοτικών και
βιολογικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Η εισαγωγή και η παραγωγή μεθόδων της ΚοινΣΕπ συμβατών με
περιβαλλοντικά πρότυπα συνδράμει στη διατήρηση της φυσικής
κληρονομιάς και την προώθηση ήπιων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων,
στο πλαίσιο ανάπτυξης της ευρύτερης τοπικής οικονομίας.

-Εμπορική στρατηγική (Marketing Strategy)

- Στρατηγική προώθηση των προϊόντων
Η εν λόγω ΚοινΣΕπ θα δραστηριοποιηθεί στην παραγωγή και την πώληση
τοπικών αγροτικών προϊόντων που είναι σύμφωνα με τις αρχές της
βιολογικής διαχείρισης, αλλά με προοπτικές επεκτάσεις και στο χώρο της
μεταποίησης και τυποποίησης, αφού πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες
υποδομές και εκπληρωθούν κάποιες βασικές αναφορές. Τα μέλη της θα
διαθέτουν κάποιες ποσότητες από τα προϊόντα τους στο συνεταιρισμό και
ως συνεταιριστικό όργανο πλέον που διαθέτει στις διάφορες αγορές.
Αρχικά θα επιδιωχθεί να αποκτηθεί μερίδιο στην τοπική αγορά, με
προώθηση των προϊόντων σε τοπικές λαϊκές αγορές, σε αγορές βιολογικών
προϊόντων, σε υποκαταστήματα μεγάλων αλυσίδων υπεραγορών και σε
σημεία πώλησης αμιγώς βιολογικών προϊόντων.
Μετά την αύξηση του μεριδίου της τοπικής αγοράς, στη συνέχεια θα
πραγματοποιηθεί επέκταση των δραστηριοτήτων και σε άλλες αγορές,
κυρίως δημοτικές αλληλέγγυες μεγάλων αστικών κέντρων. Επίσης θα
αναπτύσσει δίκτυο πωλήσεων μέσω του διαδικτύου, αφού διαθέτει e-shop
στο οποίο έχει μεγάλη μερίδα του αγοραστικού κοινού της.
Πρωταρχικό μέλη των μελών της ΚοινΣΕπ αποτελεί και η
ευαισθητοποίηση του καταναλωτικού κοινού και η αύξηση της ενημέρωσης
και ευαισθητοποίηση για τη συμβολή των βιολογικών τροφίμων στον
υγιεινό τρόπο ζωής. Αυτό θα ολοκληρώσετε με δραστηριότητες ενημέρωσης,
διοργάνωση ημερίδων και έκθεση των προϊόντων σε εκδηλώσεις και
εκθέσεις, αλλά και τη δημιουργία ενημερωτικών φυλλαδίων. Βασικό
εργαλείο για την επιλογή των στρατηγικών στόχων της ΚοινΣΕπ θα
κάνει και η αξιοποίηση του διαδικτύου.
Ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ΚοινΣΕπ θα δημιουργηθεί και σε
περίπτωση που η Τοπική Αυτοδιοίκηση ενστερνιστεί τις αξίες της και το
όραμά της και στηρίξει τις προσπάθειές της εμπράκτως, συνάπτοντας
Συμφωνία συνεργασίας για υλοποίηση δράσεων τοπικής ανάπτυξης από
κοινού και με άλλους φορείς όπως είναι και τα Παρατηρητήρια Δυτικής
Ελλάδας και Καλαβρύτων.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός του μάρκετινγκ δεν μπορεί να στηριχθεί στους
μεσάζοντες, στα μεγάλα διαφημιστικά γραφεία, παρά μόνον επικουρικά,
ενώ αντιθέτως μπορεί να στηριχθεί στο κοινωνικό και οριζόντιο δικτυακό
μάρκετινγκ για 3 λόγους.
Πρώτη, γιατί η τοπική αγορά είναι μικρή και δεν μπορεί να
“βιομηχανοποιηθεί” τουριστικά σαν προορισμός ώστε να δέχεται μαζικά
χιλιάδες πολίτες που θα αγοράσουν προϊόντα τοπικής προέλευσης, είτε
για ίδια χρήση είτε και ως δώρο σε συγγενείς και φίλους, κάτι που
πρωτίστως ενδιαφέρει τους διαφημιστικούς πράκτορες.
Δεύτερον, γιατί μια τόσο μικρή επιχείρηση όπως η ΚοινΣΕπ και ειδικά στο
Το πρώτο της ξεκίνημα είναι δύσκολο να συμβάλει στο διαφημιστικό κόστος,
δεχόμενη ένα υψηλότερο κόστος προμήθειας.
Τρίτον, γιατί τα περισσότερα μέλη της ΚοινΣΕπ δεν ενδιαφέρονται να
κυνηγήσουν το εύκολο κέρδος, αλλά να βρουν πελατεία με την οποία θα
δημιουργήσουν μακροχρόνιες σχέσεις εμπιστοσύνης, μέσα από
διαπροσωπικές επαφές μαζί τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους τα συνηθισμένα εργαλεία του μάρκετινγκ
δεν μπορούν να έχουν παρά μόνο περιορισμένη χρήση, αφού κανείς δεν
είναι διατεθειμένος απ' τους συνεταιριστές να πληρώσουν το υψηλότερο κόστος
διαμεσολάβησης που χρειάζονται στην περίπτωση του παραδοσιακού
μάρκετινγκ. Αν αναλογιστεί κανείς ότι το διαφημιστικό κόστος υπολογίζεται
σταθερά ως ποσοστό επί των πωλήσεων και μάλιστα ότι στο τελικό κόστος
η πώληση του διαφημιστικού κόστους είναι το υψηλότερο αναλογικά, γίνεται
αντιληπτό ότι χρειάζονται καινοτόμες πρακτικές κοινωνικού και
διαδικτυακού μάρκετινγκ, ώστε το κόστος αυτό να περιοριστεί ή να
εκμηδενιστεί.
Η προτεινόμενη μεθοδολογία βασίζεται στη λογική του κοινωνικού
μάρκετινγκ, δηλαδή στη χρήση των αρχών και των τεχνικών του
παραδοσιακού/εμπορικού μάρκετινγκ με σκοπό την άσκηση επιρροής στις
ομάδες-στόχους της ΚοινΣΕπ. Τελικός στόχος είναι να αποδεχθούν οι
εθελοντικά την υιοθέτηση του υγιεινού τρόπου ζωής,
εντάσσοντας στις διατροφικές τους συνήθειες ποιοτικά προϊόντα από αγνές
πρώτες ύλες, που υπάρχουν άφθονες στην περιοχή προς όφελος και της
τοπικής κοινωνίας.
Η διαφοροποίηση του κοινωνικού μάρκετινγκ βρίσκεται στη δικτύωση,
στην αυτοοργάνωση και συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων σε
μια περιοχή, στη δημιουργία ενημερωτικού και ψηφιακού περιεχομένου
προβολής απ' τους ίδιους τους εμπλεκομένους στη διαδικασία παραγωγής
των τοπικών αγροτικών προϊόντων και στη δικτύωση με κοινωνικές ομάδες
σε άλλες περιοχές της χώρας και στο εξωτερικό.
Το κοινωνικό μάρκετινγκ μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε άλλον τομέα
κατάσταση στην οποία μία κρίσιμη κοινωνική συμπεριφορά είναι επιθυμητό
να αλλάξει. Σε πολλές περιπτώσεις ο στόχος επιτυγχάνεται και καθοριστικός
ρόλος σε αυτή την επιτυχία διαδραματίζει η ενεργητική ακρόαση του κοινού
και η κατανόηση των αναγκών του.
Μάρκετινγκ είναι η διαδικασία του σχεδιασμού και της εκτέλεσης της
σύλληψης, τιμολόγησης, προβολής και διανομής αγαθών, υπηρεσιών και
ιδεών ώστε να δημιουργηθούν συναλλαγές που ικανοποιούν σκοπούς
άτομα και οργανισμοί. Το μάρκετινγκ αποτελεί μία ολοκληρωμένη
διαδικασία η οποία ξεκινάει στη γέννηση του προϊόντος, της υπηρεσίας ή
της ιδέας και περιλαμβάνει το σύνολο των ενεργειών που
πραγματοποιούνται καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους μέχρι την
ωριμότητα ή την παρακμή τους.
Το σημαντικότερο σε όλη τη διαδικασία είναι όλοι οι εμπλεκόμενοι της
τοπικής κοινωνίας στην παραγωγή ποιοτικών αγροτικών προϊόντων να
αυτοοργανώνονται, ώστε να αυτοδιαχειρίζονται την επικοινωνία και την
προώθηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, αλλά και των ιδιαίτερων
χαρακτηριστικών των παραγωγικών τους διαθέσιμων.
Το βασικό τεχνολογικό εργαλείο για την εφαρμογή του κοινωνικού
διαδικτυακού μάρκετινγκ είναι το ίντερνετ και τα social media. Μέσα από
την οργανωμένη χρήση αυτών των μέσων ελαχιστοποιείται το κόστος και
πολλαπλασιάζεται διαρκώς η προβολή της περιοχής, των παραγωγικών της
διαθέσιμων, των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων, των τοπικών ασχολιών
και αγορά.

-Στρατηγική Πωλήσεων (Sales Strategy)- Πρόβλεψη Πωλήσεων
(Πρόβλεψη πωλήσεων)

- Κινήσεις και στρατηγική για την υλοποίηση των αρχικών
προβλέψεων πώλησης προϊόντων.
Το κοινωνικό μάρκετινγκ συνδυάζει τη συστηματική του εφαρμογή
κλασικού μάρκετινγκ με άλλες έννοιες και τεχνικές για την επίτευξη
συγκεκριμένων συμπεριφορικών στόχων ως προς ένα κοινωνικό αγαθό,
όπως τα παραγόμενα αγροτικά προϊόντα της περιοχής παρέμβασης. Το
κοινωνικό μάρκετινγκ χρησιμοποιείται για την προώθηση αγαθών ειδικών
κοινωνική σημασία και για να πείσει τα μέλη μιας κοινωνίας να
υιοθετήσουν στάσεις και συμπεριφορές προς τον λόγο του κοινωνικού
συνόλου, όπως είναι η στροφή σε πιο υγιεινό τρόπο ζωής.
Πρωταρχικός στόχος αυτής της μορφής μάρκετινγκ είναι το κοινωνικό
συμφέρον και το κοινό καλό. Το κοινωνικό μάρκετινγκ ως εκ τούτου
περιλαμβάνει το σχεδιασμό του μείγματος μάρκετινγκ, τη διατήρηση της
συμμετοχής των συμμετοχόντων φορέων και όλο και περισσότερο τη
δημιουργία συμπράξεων με εσωτερικούς εταίρους, Οργανισμούς Τοπικής
Αυτοδιοίκησης και άλλων ομάδων τοπικής ανάπτυξης. με την υλοποίηση
των στρατηγικών μάρκετινγκ, όπως της έρευνας, των αντιλήψεων, των
επικοινωνιών αποσκοπεί στην παροχή κινήτρου στο κοινό ώστε να αλλάξει
τη συμπεριφορά του εκουσίως. Αυτή η προσέγγιση εστιάζεται στον
καταναλωτή και εμπεριέχει τις αντιλήψεις του κοινού – στόχου, την
κοινωνική θεωρία, την εμπορική σήμανση, τη συμμετοχή των
ενδιαφερόμενων φορέων, το μάρκετινγκ, τις επικοινωνίες, τη διαφήμιση
και την κατανόηση της συμπεριφοράς των καταναλωτών για την παροχή σε
αυτούς κατάλληλου κινήτρου.
Το κοινωνικό μάρκετινγκ συνδυάζει δυο επιστημονικούς χώρους: τις
κοινωνικές επιστήμες και την κοινωνική πολιτική από τη μία και τις
εμπορικές και δημόσιες προσεγγίσεις μάρκετινγκ από την άλλη. Τα
εργαλεία του κοινωνικού και διαδικτυακού μάρκετινγκ δίνουν τη
δυνατότητα στους συνεταιριστές να αναπτυχθούν κοινωνικούς και
επιχειρηματικούς δεσμούς, να αναπτύξουν συνεργασία μεταξύ τους, αλλά
και με εξωτερικούς φορείς και να κάνουν τα μακροχρόνια
συμμετοχή των φορέων φορέων.
Το κοινωνικό και διαδικτυακό μάρκετινγκ εστιάζει στη δημιουργία
περιεχόμενο που προσελκύει, καθιστά εφικτή την απευθείας συνομιλία και
ενθαρρύνει τους αναγνώστες να μοιραστούν το ψηφιακό περιεχόμενο με
τα δικά τους κοινωνικά δίκτυα. Πρόκειται ως εκ τούτου για μια
συστηματοποιημένη και συχνά έντονη δραστηριότητα, η οποία αναμφίβολα
είναι αποτελεσματική εξασφαλίζει ευρύτητα, συμμετοχή και
αμεσότητα στην επικοινωνία.
Το κοινωνικό μάρκετινγκ λειτουργεί γενικά τη θεωρία κοινωνικής
συμπεριφοράς για την προώθηση μιας συγκεκριμένης αλλαγής στάσης. Για
την πραγματοποίηση της επιθυμητής αλλαγής σε ένα απρόθυμο κοινό
Αρχικά τα ίδια εργαλεία με εκείνα του εμπορικού μάρκετινγκ για
την προώθηση των οφελών του προϊόντος, αλλά βασισμένα στο σύστημα
αξιών του κοινού-στόχος.
Το κοινό-στόχος δε θα προσπαθήσει από μόνο του να κατανοήσει
μήνυμα της εκστρατείας κοινωνικού μάρκετινγκ, γι' αυτό το μήνυμα πρέπει
να είναι άμεσο και ευκολονόητο. Είναι απαραίτητα αυτά τα μηνύματα να
εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο του κοινού και να του παρέχουν την
ευκαιρία να ενημερώνεται εύκολα για το προϊόν και να εκδηλώνει τη
συμπεριφορά του.
Όσον αφορά τις τιμολογιακές εκστρατείες, το κοινωνικό μάρκετινγκ
αναζητήσεις χρηματοδότησης από πολλαπλούς οργανισμούς πηγές
και προγράμματα επιδότησης, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τις τιμές,
το διαφημιστικό προϋπολογισμό και την ανάπτυξη του προϊόντος.
Οι παραδοσιακές τεχνικές του εμπορικού μάρκετινγκ για
την προώθηση προϊόντων στις επίμαχες κοινωνικές ομάδες αλλά με πιο
μακροπρόθεσμη προοπτική, αφού η αλλαγή συμπεριφοράς έχετε μια
μακροχρόνια διαδικασία μάθησης με αμοιβαία κατανόηση.

-Στρατηγικές Συμμαχίες

- Αναφορά σε συνεργασίες που ξεπερνούν τα όρια της τοπικής
αγορά.
Η Σύμπραξη με κοινωνικές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς φορείς,
αλλά ακόμα και με ιδιωτικές επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται να ενισχύσουν
τις πρωτοβουλίες της ΚοινΣΕπ και να υιοθετήσουν τις κοινωνικές και
περιβαλλοντικές αξίες της μπορεί να προσφέρει γεωγραφική ευρύτητα στην
αγορά των προϊόντων της χωρίς να χρειάζεται παράλληλη επέκταση της
επιχείρησης.
Προσφέρει την αναγκαία κλίμακα για τη διασφάλιση προγραμματικών
συμβάσεων, με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη πρόσβαση όλων των μελών της
Σύπραξης στο δίκτυο κάθε μεμονωμένου μέλους αυξάνοντας την ευκολία
και τις επιχειρήσεις για επιχειρηματική δραστηριοποίηση στο χώρο της
κοινωνικής οικονομίας μεγάλου όγκου, ακόμα και όσων δεν
είναι πρώτη προτεραιότητά τους η προώθηση των κοινωνικών
συμφερόντων.
Βασικός συντελεστής για την επιτυχία μιας Σύμπραξης είναι η συμμετοχή
της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Κοινωνίας Πολιτών σε αυτή. Μόνο με τη
συμμετοχή αυτών των φορέων μπορεί να υπάρξει όσο το δυνατόν
αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των ανενεργών υλικών και ανθρώπων
πόρων της περιοχής δραστηριοποίησης της ΚοινΣΕπ.
Η δημιουργία Σύμπραξης προσφέρει πλεονεκτήματα σε σχέση με ενιαίες
επιχειρηματικές και διοικητικές λειτουργίες, όπως διαφήμιση, πωλήσεις και
μάρκετινγκ, αν και αυτό αποτελεί μια σύνθετη πολλές φορές διαδικασία. Η
συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί να επεκτείνει τον προϋπολογισμό, την
ευρύτητα και τα μηνύματα χωρίς να έχουν παράλληλη επέκταση της
ΚοινΣΕπ. Πρόκειται όμως για μια πολύπλοκη μορφή συνεργασίας, αφού
εμπλέκονται φορείς από διαφορετικούς χώρους, με αντικρουόμενους καμιά φορά
φορά πρωταρχικούς στόχους. Ο μεγάλος αριθμός συμπραττόντων φορέων
μπορεί να παρεμποδίσει ή να περιορίσει τη λήψη αφορά
τη διατύπωση των μοναδικών σημείων πώλησης, των βασικών ομάδων-
στόχων και την ανάπτυξη μιας βιώσιμης στρατηγικής πωλήσεων. Αν
παρόλα αυτά ολοκληρωθεί ως προς τους γενικούς στόχους και
κατευθύνσεις, τότε τα μηνύματα προώθησης προσαρμόζονται εύκολα.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της βιομηχανίας τροφίμων αποτελείται από μικρές
και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που δεν μπορούν να πετύχουν οικονομίες
κλίμακας, δυσκολεύονται να ξεφύγουν από την τοπική αγορά, έχουν
έλλειψη ενημέρωσης και δυσκολίες σε θέματα σχεδιασμού παράγωγης &
επιχειρησιακού σχεδιασμού της οργάνωσης που αφορά την ποιότητα και
την ασφάλεια των προϊόντων.
Στόχος είναι η διαμόρφωση του κατάλληλου συνεργατικού πλαισίου, που
θα ελαχιστοποιεί τις παραπάνω αδυναμίες και θα μεγιστοποιεί τα
πλεονεκτήματα τους, όπως το ότι συνδέονται πιο άμεσα με την τοπική
αγροτική παραγωγή την οποία καθετοποιούν, συμβάλλουν σε μεγαλύτερο
βαθμό στην αύξηση της απασχόλησης, είναι συχνά πιο ευέλικτες ως προς
την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων.
Η πρόταση για την ανάπτυξη παραγωγικών συνεργατικών δικτύων, η
που στηρίζεται στην άντληση εμπειρίας από συστήματα παραδείγματα
στην Ελλάδα και στο διεθνή χώρο, δίνει απαντήσεις στα προβλήματα αυτά
και αναδεικνύει τα θετικά σημεία των μικρών προϊόντων. Η ανάπτυξη
των συνεργατικών δικτύων μπορεί να καλύψει όλα τα στάδια από την
προμήθεια πρώτων υλών μέχρι τη διακίνηση των προϊόντων σύμφωνα
πάντοτε με τους κανόνες της εφοδιαστικής αλυσίδας:
• με στόχο τη μείωση του κόστους μεταφοράς αγαθών,
• τη μείωση του χρόνου διακίνησης αγαθών και
• τη μείωση των απωλειών λόγω φθαρτών υλικών κατά την αποθήκευση
και μεταφορά.

ΣΤ. Περίληψη Πλάνου Εταιρικής Ιστοσελίδας (Web Plan
Περίληψη)

- Παρουσίαση της ιστοσελίδας της επιχείρησης (τόπος εγκατάστασης
και λειτουργίας, ανθρώπινο δυναμικό, προϊόντα και υπηρεσίες).
Μια ιστοσελίδα είναι ένα βασικό πολυλειτουργικό επιχειρηματικό εργαλείο
που μπορεί να βοηθήσει την Κοιν.Σ.Επ στην επίτευξη διάφορων στόχων, ο
κάθε ένας από τους οποίους είναι πολύ σημαντικός για την
αποτελεσματικότητα της Κοιν.Σ.Επ. Η ιστοσελίδα λοιπόν, θα παρουσιάζει
την εικόνα της Κοιν.Σ.Επ., θα επιτρέπει την αλληλεπίδραση με τους
στοιχεία, αλλά και τους υπόλοιπους συνεργάτες και τέλος θα
οργανώνει τις πωλήσεις.
Η ιστοσελίδα της Κοιν.Σ.Επ είναι καλό να μην είναι μια απλή αρχική σελίδα σε
κάποιο δωρεάν hosting, καθώς αυτό δημιουργεί κακή εικόνα για αυτήν, τα
οικονομικά της και τις επενδύσεις της. Από την άλλη, δεν χρειάζεται να
είναι κάτι παραπάνω από μια αρχική σελίδα με σύντομες πληροφορίες για
τον συνεταιρισμό, τις υπηρεσίες του, τα στοιχεία επικοινωνίας και μια
πρόταση για συνεργασία. Στις υπόλοιπες σελίδες που υπάρχουν αναλυτικές
πληροφορίες για τα προϊόντα που προσφέρει και τους τρόπους
καλλιέργειας, παραγωγής, τυποποίησής τους, καθώς και τους τρόπους
παραγγελίας τους και διανομής τους στο καταναλωτικό κοινό.
Η ιστοσελίδα δίνει τη δυνατότητα για αμφίπλευρη επικοινωνία με τους
δυνητικούς πελάτες. Εφόσον εκεί θα γίνει η λεπτομερής περιγραφή των
προσφερόμενων προϊόντων, της νέας παραγωγής κ.λπ. θα αναπτυχθεί
εφαρμογή στο οποίο οι χρήστες δεν αφήνουν τα σχόλιά τους
για τα προϊόντα. Αυτός είναι ένας εύκολος, γρήγορος και ανέξοδος τρόπος
συλλογή δεδομένων για τη γνώμη τους χωρίς να είναι απαραίτητο να
διεξάγονται ειδικές έρευνες συμπεριφοράς καταναλωτών και χωρίς να
καταβλήθηκε κόπος από μεριά τους για επικοινωνία με την εταιρεία με άλλα
μέσα (τηλεφωνικά ή ταχυδρομικά).
Η σταθερή συνεργασία είναι προϋπόθεση
διοίκηση επιχειρήσεων. Γι' αυτό η αναζήτηση των προϊόντων που
θέλουν να συνεργαστούν με την Κοιν.Σ.Επ. είναι πολύ σημαντική
παράμετρος της δραστηριότητάς της. Η ιστοσελίδα θα παρέχει όλες τις
πληροφορίες για την Κοιν.Σ.Επ. και την προτεινόμενη συνεργασία με άλλες
επιχειρήσεις που ασχολούνται με συναφείς δραστηριότητες ώστε να είναι
εύκολη η ανεύρεση συνεργατών. Με αυτόν τον τρόπο θα διευκολύνεται και
η επικοινωνία των μελών της μεταξύ τους, αν χρειασθεί και σε ξεχωριστό
Ενότητα.

-Απαιτήσεις Ανάπτυξη (Απαιτήσεις Ανάπτυξης)

- Αναφορά σε άλλες δυνατότητες εξέλιξης και διαφήμισης του
δικτυακού τόπου της επιχείρησης.
Στην ιστοσελίδα θα αναπτυχθεί ένα πλήρως ενημερωμένο
κατάστημα με τα προϊόντα που θα παράγει η Κοιν.Σ.Επ. Θα υπάρχει
αναλυτική περιγραφή του κάθε προϊόντος, αναγραφόμενη τιμή και τυχόν
έκπτωση για τις online αγορές. Ο πελάτης θα μπορεί να παραγγείλει τα
προϊόντα που αποστέλλονται σε συνεργασία με ταχυδρομική
εταιρεία σε μέρος της χώρας. Όλα αυτά με την ασφάλεια
online αγορών που προσφέρουν τα πρωτόκολλα ασφαλείας των
συνεργαζόμενων τραπεζών. Τέλος θα υπάρχουν ξεχωριστές ενότητες για
χονδρική πώληση και για μεταπωλητές.
Μελλοντικά, θα μπορούσαν να γίνουν διαφημιστικές εκστρατείες που
διεξάγονται με τη συμμετοχή των επισκεπτών της ιστοσελίδας. Δεν
χρειάζεται να είναι οπωσδήποτε μορφή διαδικτυακής διαφήμισης, αλλά
μπορεί π.χ. να διεξάγονται διάφορες εμπορικές δραστηριότητες με
κληρώσεις και όλες οι πληροφορίες που καταχωρούνται στο web-site. Εκτός
από τα παραπάνω, η ιστοσελίδα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την
διεξαγωγή διάφορων εμπορικών ερευνών και δημοσκοπήσεων, οι οποίες
είναι απαραίτητες για την στρατηγική ανάπτυξη της Κοιν.Σ.Επ. Τέλος, θα
μπορούσε να αναπτυχθεί σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών με βάση το
εταιρικό site ώστε μελλοντικά να γίνεται αυτόματη δημιουργία των
τιμοκαταλόγων για τους μεταπωλητές με βάση τα στοιχεία των λογιστικών
εγγράφων.

Ζ. Διοικητική περίληψη (Management Summary)

-Οργανωτική Δομή(Personnel Plan)
Στη συνέχεια παρουσιάζεται το οργανωτικό διάγραμμα του διοικητικού
προσωπικού και του Δ.Σ. της επιχείρησης.
Οργανόγραµµα ΚΟΙΝΣΕΠ
Διοικούσα Επιτροπή
Υπεύθυνος Νομικής  Υποστήριξης
Διαχειριστής & Υπεύθυνος  Διασφάλισης Ποιότητας
Γραματεία
Τμήμα Επικοινωνίας &  Marketing Τμήμα Παραγωγής Οικονομικού Τμήματος
Υπεύθυνος  Πληροφορικής
Διοικούσα επιτροπή. Η Διοικούσα Επιτροπή είναι το ανώτατο όργανο
χάραξης στρατηγικής και λήψης απόφασης της ΚοινΣΕπ το οποίο
απαρτίζεται από τους εταίρους της επιχείρησης και διαχειρίζεται όλες τις
εταιρικές υποθέσεις.
Διαχειριστής. Ο διαχειριστής είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση της
επιχείρησης και για το ταμείο, έχει την ευθύνη εκτέλεσης των αποφάσεων
προς τρίτους για οικονομικά θέματα, καθώς και για την είσπραξη των
εσόδων από κάθε πηγή και των πληρωμών προς τρίτους. Επίσης επιβλέπει
τη λειτουργία της επιχείρησης και διασφαλίζει το υψηλότερο επίπεδο παροχής
Υπηρεσίες και την εκτέλεση των εργασιών της Διοικούσας Επιτροπής.
Οικονομικό τμήμα. Το οικονομικό τμήμα είναι υπεύθυνος για τα
οικονομικά της επιχείρησης, ασχολείται με την τήρηση των λογιστικών
βιβλίων της επιχείρησης και τη διαχείριση του ταμείου σε συμφωνία με τη
Διοικούσα Επιτροπή.
Υπεύθυνος Νομικής υποστήριξης. Οι Νομικοί Σύμβουλοι της
επιχείρησης είτε διατηρούν σχέση εξαρτημένης εργασίας είτε ενεργούν με
έμμισθη εντολή. Η Διοικούσα Επιτροπή διορίζει τους πληρεξούσιους
δικηγόρους όπου και όταν χρειάζονται για τη δικαστική ή εξώδικη
εκπροσώπηση της ΚοινΣΕπ.
Γραμματεία. Η γραμματεία έχει ευθύνη για:
- Τη συνεργασία με τους υπεύθυνους των τμημάτων & μονάδων και τον
διαχειριστή
- Την αρχειοθέτηση εγγράφων / πρωτόκολλο
- Έλεγχος και απόδοση μικρού ταμείου.
- Την συμπλήρωση και αποστολή αιτημάτων δαπάνης προς έγκριση και
παρακολούθηση αυτών ως την υλοποίησή τους
- Τη συνεργασία με τον υπεύθυνο οικονομικής διαχείρισης.
Τμήμα παραγωγής. Το τμήμα έχει την ευθύνη για την
καλλιέργεια όλων των προϊόντων της ΚοινΣΕπ σύμφωνα με τα πρότυπα
υψηλών προδιαγραφών. Ο υπεύθυνος του τμήματος έχει την ευθύνη για
τον προγραμματισμό και την εισαγωγή της εκτέλεσης των απαραίτητων
ενεργειών και παραγγελιών. Επίσης έχει την ευθύνη για την ανάπτυξη
νέων προϊόντων και την βελτίωση των ήδη υπαρχόντων.
Τμήμα επικοινωνίας & Εμπορία. Το τμήμα Marketing και προώθησης
προϊόντος, αναλαμβάνει την ολοκληρωμένη παρουσίαση του τελικού
προϊόντος και αποτελείται από συνεργάτες πλήρως καταρτισμένους, με
χρόνια εμπειρία στο χώρο.
Υπεύθυνος Πληροφορικής. Ο Υπεύθυνος Πληροφορικής της Επιχείρησης
μεριμνά για την αδιάλειπτη λειτουργία των υλικοτεχνικών υποδομών του
φορέας, ενώ υποστηρίζει το σύνολο των στελεχών στην τήρησή του
ηλεκτρονικό τους αρχείου. Συγκεκριμένα φέρει την ευθύνη για την
οργάνωση και λειτουργία της μηχανογράφησης, των ηλεκτρονικών
υπηρεσίες (e-shop & e-library), την επεξεργασία και τήρηση
μηχανογραφικών στατιστικών στοιχείων, την παροχή και τη διακίνηση
πληροφορίες της επιχείρησης στους πελάτες και άλλους εμπλεκόμενους
και σε κάθε άλλη συναφή εργασία. Επίσης φροντίζει ώστε να ληφθούν
σε τακτική βάση ηλεκτρονικά αντίγραφα (backup) για την ασφαλή τήρηση
και αποθήκευση των αρχείων και πληροφοριών.
-Ομάδα διαχείρισης Σύντομα βιογραφικά σημειώματα της ομάδας διαχείρισης της επιχείρησης
-Προσωπικό Αναλυτικός πίνακας του προσωπικού της επιχείρησης και των μισθών τους.

Η. Οικονομικό Πλάνο

Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών συνιστά έναν από τους μεγαλύτερους
τομείς της μεταποιητικής βιομηχανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσον αφορά
τον κύκλο εργασιών, την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, τον αριθμό των
βιομηχανία και την απασχόληση, ενώ αναδεικνύεται σταθερά ανάμεσα
στους πρώτους κλάδους σε σχέση με τους άλλους σημαντικούς τομείς της
ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ο κλάδος τροφίμων και ποτών διατηρεί θεμελιώδη ρόλο για την ελληνική
οικονομία και την ελληνική μεταποιητική βιομηχανία εν γένει και διαθέτει
όλες τις προϋποθέσεις ούτως ώστε να παραμείνει βασικός μοχλός
ανάπτυξη της χώρας, ακόμη και σε αυτήν την ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο
οικονομικής ύφεσης που διανύουμε. Προκειμένου όμως η εγχώρια
βιομηχανία τροφίμων και ποτών να αποτελέσει το εφαλτήριο αναπτυξιακής
τροχιάς, είναι εξίσου σημαντικό να στραφεί με μεγαλύτερο σθένος και
επιμονή προς την κατεύθυνση της εξωστρέφειας και των εξαγωγών,
δίνοντας έμφαση στην ελληνική ποιότητα και την ταυτότητα προϊόντος,
αλλά και την οργανωμένη προώθηση του ελληνικού brand name
τροφίμων.
Στο πλαίσιο αυτό εντονότερος συντονισμός και στενότερη
συνεργασία των εκπροσώπων του κλάδου, ώστε να αναπτυχθούν οι
συνέργιες εκείνες που θα βελτιώσουν την αποδοτικότητα και την
αποτελεσματικότητα της προσπάθειας για μια αποτελεσματική προβολή των
ελληνικών προϊόντων και θα διασφαλίζουν την επιλογή της σωστής
στρατηγικής και τη σταθερότητα υλοποίησης του μακροχρόνιου
σχεδιασμού της.
Μια σειρά μελετών πάντως, τόσο του ΙΟΒΕ όσο και τελευταία της McKinsey,
συμφωνούν από μια διαφορετική σκοπιά στην διαπίστωση πως τόσο η
αγροτική παραγωγή όσο και η βιομηχανία τροφίμων & ποτών αποτελούν
τομείς-προτεραιότητες για την παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής
οικονομίας.
Τα τελευταία χρόνια υποχωρεί ο όγκος της παραγωγής τροφίμων
στη χώρα μας, με συνέπεια να βρίσκεται πλέον σε επίπεδο που είναι κατά
11% χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του έτους 2005, παρά τη διεύρυνση
των εξαγωγών σειράς ειδών διατροφής. Συγχρόνως, με επιταχυνόμενο
ρυθμός συνεχίζεται η μείωση των εσόδων του κλάδου, ο οποίος το 2012, σε
συνθήκες πτώσης της παραγωγής του κατά 3,4%, βελτίωσε τη λειτουργική
της αποδοτικότητας, αλλά δεν απέφυγε την καταγραφή υψηλών ζημιών,
της τάξεως των 230 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω αυξημένων
χρηματοοικονομικών δαπανών, απομειώσεων ενεργητικού και άλλων
ανόργανων δαπανών, παρά το γεγονός ότι στην πλειονότητά τους οι
Οι επιχειρήσεις του ήταν οριακά έστω κερδοφόρες.
Το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου 2013, σύμφωνα με την Ελληνική
Στατιστική Αρχή, ο όγκος της παραγωγής των τροφίμων παρουσίασε
μείωση κατά 3%, σε σύγκριση με την ίδια χρονική περίοδο του 2012,
οπότε είχε καταγραφεί πτώση 4,6%.
Επίσης, στη διάρκεια του πρώτου επτάμηνου του 2013 τα έσοδα του
κλάδου συνέχισαν την πτωτική πορεία τους, με επιταχυνόμενο μάλιστα
ρυθμό, παρά το γεγονός ότι στους τρεις από τους επτά εξεταζόμενους
μηνών σημειώθηκε διψήφια ποσοστιαία αύξηση των εσόδων από εξαγωγές.
Ο βιομηχανικός κλάδος των τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης και της
τυποποίησης αγροτικών προϊόντων, παρουσίασε το 2012, σε σύγκριση με
το 2011, αυξημένα κατά 3% κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων
(736,7 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία), ίσα προς το 7,1%
των συνολικών εσόδων του (6,8% το 2011), σε συνθήκες πτώσης των
εσόδων κατά 1% και οριακής βελτίωσης του μεικτού περιθωρίου κέρδους
του (20,8% το 2012, από 20,7% το 2011). Ο τομέας κατέγραψε
αυξημένες κατά 16% τελικές ζημιές, εν μέρει λόγω υψηλών ανοργάνων
δαπανών ορισμένων μεγάλων προϊόντων. Η βελτίωση της λειτουργικής
του αποδοτικότητας, που οφείλεται κυρίως σε μείωση των δαπανών
εμπορικής και διοικητικής λειτουργίας, αντισταθμίστηκε από το αυξημένο
χρηματοοικονομικό κόστος, τις υψηλές προβλέψεις για κινδύνους και άλλες
ανόργανες δαπάνες.
Η δημιουργία προστιθέμενης αξίας, αλλά και η ενίσχυση της εξωστρέφειας
του κλάδου επαφίεται ως εκ τούτου στην προώθηση και προβολή του
ελληνικού προϊόντος, μέσα και από τα κατάλληλα σχεδιασμένα δίκτυα
διανομής των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων που στηρίζονται στην
ποιότητα και τη διαφοροποίηση και στην προώθηση του προτύπου της
ελληνικής - μεσογειακής κουζίνας και προτύπου διατροφής, τόσο εγχωρίως
όσο και στο εξωτερικό. Η σύνδεση δε με τον τριτογενή τομέα των
υπηρεσίες στα ξενοδοχεία, τα ξενοδοχεία και εν γένει με τον τουρισμό, η
συνέργια με άλλα λόγια του πρώτου και του τρίτου πυλώνα της ελληνικής
οικονομία, αποτελεί ένα επιπλέον μέσο για την ανάδειξη των ελληνικών
προϊόντων, δημιουργώντας και αυτή σημαντική προστιθέμενη αξία, αλλά
και εξαγωγική και αναπτυξιακή δυναμική στο φάσμα της παραγωγής
τροφίμων.
Η σημασία του αγρο-διατροφικού τομέα στην οικονομική δραστηριότητα
της χώρας είναι εμφανής και μόνο από το γεγονός πως πάνω από 1
εκατομμύριο επιχειρήσεις και αγροτικές εκμεταλλεύσεις και πάνω από 2
εκατομμύρια άτομα εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα σε αυτόν,
λαμβάνοντας προστιθέμενη αξία ύψους 17,3 δις Ευρώ. Στη μεταποίηση,
παρότι δραστηριοποιείται μόλις το 1,6% των εμπλεκομένων προϊόντων,
δημιουργείται το 25,5% της προστιθέμενης αξίας.
Όπως προκύπτει από τα παρακάτω στοιχεία πρόσφατης μελέτης (ετήσια
έκθεση 2013) του ΙΟΒΕ για τον κλάδο Τροφίμων και Ποτών, ο κλάδος:
• Είχε παραγωγή αξίας 16.456 δις Ευρώ το 2011 (σε σύνολο 59,4 όλης της
μεταποίησης – ποσοστό 27,6%)
• Είχε την πρώτη θέση στην παραγωγή Προστιθέμενης Αξίας 5,9 δις. Ευρώ
το 2011 (σε σύνολο 16,8 όλης της μεταποίησης – ποσοστό 35%)
• Κάλυπτε το 22% των συνολικών εξαγωγών της χώρας το 2011, χωρίς να
περιλαμβάνονται τα πετρελαιοειδή, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο βελτιώθηκε
με γοργούς ρυθμούς (από 52% το 2007 στο 78% το 2012).
• Καλύπτει το 1/5 του συνόλου των προϊόντων της μεταποίησης και
είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης της αφού σε αυτήν απασχολείται περίπου
το ¼ του συνόλου των απασχολουμένων στην παραγωγή.
• Έχει μεγαλύτερη συμβολή στον τομέα της μεταποίησης σε σύγκριση με
την ΕΕ-27, λόγω αφενός της υπανάπτυξης των άλλων κλάδων του
εγχώριου τομέα της μεταποίησης (μεταφορικά μέσα, χημικά, μηχανήματα
κλπ) αλλά και αφετέρου την εγχώρια δυναμική του – την οποία εν πολλοίς
αντλεί και από τη σύνδεση του με την εστίαση και τον τουρισμό.
Οι βασικοί λόγοι που ο κλάδος αυτός μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό
ρόλο στην παραγωγική ανασυγκρότηση και να αποτελέσει μοχλό
ανάπτυξη είναι οι εξής:
1. Ο κλάδος της Βιομηχανίας τροφίμων αποτελείται από 16.695
επιχειρήσεις (το 2011 αποτελούσαν το 33,5% του συνόλου των
βιομηχανία στη βιομηχανία) και απασχολεί περίπου 110.000 άτομα
(25% του συνόλου της μεταποίησης, που διατηρήθηκαν παρά την βαθιά
οικονομική ύφεση).
Υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις (το 95% του συνόλου με κάτω από
10 άτομα) που σε περίοδο κρίσης δείχνουν αντοχές και ευελιξίες
καλύτερες από άλλους κλάδους της οικονομίας. υπάρχει μεγάλη
εμπειρίας επιχειρηματικότητας.
Υπάρχουν επίσης και νέες μορφές που έχουν μεγάλο κοινωνικό ενδιαφέρον
και αξίζει να ενωθείτε και να αναπτυχθούν, όπως οι κοινωνικές
επιχειρήσεις και οι συνεταιρισμοί.
Ο κλάδος συνιστά δυνατότητα άμεσης διεξόδου απασχόλησης στο μεγάλο
ποσοστό των ανέργων.
2. Ο κλάδος είναι ισχυρός εξαγωγικός (15% του συνόλου) με πλούσια
εμπειρία ιδιαίτερα σε κάποιους υπο-κλάδους όπως φρούτα και λαχανικά (οι
οι εξαγωγές τους αποτελούν το 6% των συνολικών μεταποιητικών
εξαγωγών), έλαια, προϊόντα γάλακτος και τυριά, είδη κρέας.
Σε κάποιους τομείς ειδικότερα ο κλάδος πρωταγωνιστεί σε παγκόσμιο
επίπεδο: στη φέτα η Ελλάδα κατέχει το 28% της παγκόσμιας αγοράς, ενώ
σε κάποιους τομείς όπως φρούτα και λαχανικά, λάδι, ιχθυοκαλλιέργειες η
χώρα ακόμα και στις σημερινές συνθήκες είναι ανάμεσα στους 10
μεγαλύτερους παραγωγούς στον κόσμο.
3. Οι κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες ευνοούν την παραγωγή
υψηλής ποιότητας προϊόντα. Ταυτόχρονα παράγουμε διαφοροποιημένα
προϊόντα με ιδιαίτερα και συχνά μοναδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά
που συχνά έχουν και υψηλή θρεπτική αξία.
4. Η παγκόσμια αναγνώριση της μεσογειακής διατροφής, σε συνδυασμό με
την έλξη που ασκούν στην καταναλωτή διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, τα
τοπικά παραδοσιακά προϊόντα, ευνοούν ιδιαίτερα τις παραγωγικές και
εξαγωγικές δραστηριότητες του κλάδου των τροφίμων και ποτών.
5. Πέρα από την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του πληθυσμού, που
είναι στόχος στρατηγικής σημασίας, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες
ανάπτυξη του κλάδου λόγω συνεργειών με τον τριτογενή τομέα των
υπηρεσίες, της εστίασης, των ξενοδοχείων και εν γένει με τον τουρισμό.
Παράλληλα μια σειρά άλλοι παράγοντες ευνοούν αντικειμενικά και
μπορεί να στηρίξουν την ανταγωνιστική ανάπτυξη του κλάδου. Τέτοιοι
είναι:
• To ισχυρό και υψηλό επιστημονικό επίπεδο ανθρώπινο δυναμικό.
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα παράγει εξειδικευμένους επιστήμονες
που καλύπτουν όλο το κύκλωμα του τροφίμου, από την αγροτική
παραγωγή μέχρι την εστίαση. Οι σχετικές σχολές εκπαιδεύουν περίπου
5.000 σπουδαστές το χρόνο.
• Τεχνολογικό υπόβαθρο ανταγωνιστικού επιπέδου.
Πέρα από τις μεγάλες βιομηχανίες που πρωτοπορούν
κλπ), ακόμα και σε περιφερειακό επίπεδο καταγράφεται ανεκμετάλλευτο
παραγωγικό δυναμικό. Στο σημείο αυτό η κεντρική σημασία θα είναι η
δυνατότητα αξιοποίησης των πάνω από 1.000 εγκαταλειμμένων
εργοστασίων τροφίμων που είναι διάσπαρτα σε όλη την χώρα, πολλά εκ
των οποίων με πλήρη εξοπλισμό. Αποτελούν έναν εν δυνάμει πολύτιμο
παραγωγικό πόρο που μπορεί να βοηθήσει στην καθετοποίηση των τοπικών
οικονομιών αν αξιοποιηθεί παραγωγικά, αλλά και στην απασχόληση
τοπικού ανθρώπινου δυναμικού.
• Η ύπαρξη μεγάλων εκτάσεων εγκαταλελειμμένης καλλιεργήσιμης γης.
Με τη χρήση νέων τεχνολογιών μεγάλο τμήμα της γης, που πρόκυψε από
την εγκατάλειψη της αφθονίας, μπορεί να επανακτηθεί παραγωγικά και να
αξιοποιηθεί στην παραγωγή διαφοροποιημένων μοναδικών προϊόντων.
• Ύπαρξη τεχνογνωσίας στην παραγωγή ιδιαίτερων προϊόντων.
Αν και από μόνο του το γεγονός δε συνιστά ικανή συνθήκη για την
ανάπτυξη, το γεγονός πως η Ελλάδα είναι η 4η χώρα στην Ευρώπη σε
Τίτλοι προϊόντων ΠΟΠ και ΠΓΕ αποτελούν πολύτιμο εργαλείο και εφαλτήριο
για την ανάπτυξη.
Αναλογικά με τον πληθυσμό είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη. Όμως στις
συνολικές πωλήσεις πλην των γαλακτοκομικών είναι πολύ χαμηλά. Για
παράδειγμα στα κρασιά είναι τρίτη σε τίτλους αλλά 8η σε πωλήσεις. Άρα
υπάρχει αντικειμενική παραγωγή παραγωγικών προϊόντων.
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν ότι η βιομηχανία τροφίμων είναι μια
δυναμική, ανταγωνιστική και εξωστρεφής βιομηχανία με σημαντικές
επενδύσεις και επιχειρηματική δραστηριότητα.
Από την άλλη, σε ό,τι αφορά στον κλάδο φαρμάκων, καλλυντικών και
απορρυπαντικών, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία αφορούν το
οκτάμηνο Ιανουαρίου - Αυγούστου 2013, στο διάστημα αυτό η παραγωγή
φαρμάκων, που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του
κλάδου, αυξήθηκε κατά 11,3%, χάρη σε διόγκωση των παραγγελιών από
τη διεθνή αγορά και την αύξηση του μεριδίου των γενόσημων φαρμάκων
στην εσωτερική φαρμακευτική αγορά. Συγχρόνως, η παραγωγή
καλλυντικών αυξήθηκε κατά 4%, ενώ η παραγωγή απορρυπαντικών
κατέγραψε την υψηλότερη επίδοση, με ποσοστιαία αύξηση 14,5%,
προφανώς λόγω της μεγαλύτερης διασύνδεσης των εγχώριων
παραγωγικών προϊόντων με πολυεθνικούς οίκους.
Ο κλάδος των ελληνικών βιομηχανιών φαρμάκων καλλυντικών και
απορρυπαντικών, όπως εκφράζεται από 64 επιχειρήσεις του που έχουν
γνωστοποιήσει την οικονομική τους θέση, εμφανίστηκε το 2012, σε σύγκριση
με το 2011, σχεδόν αμετάβλητα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων
σε απόλυτα μεγέθη (235 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία),
αλλά ίσα προς το 12,6% των συνολικών εσόδων του έναντι αντίστοιχου
ποσοστού 12,3% το 2011, σε συνθήκες πτώσης των εσόδων κατά 2% και
κάμψης του μεικτού περιθωρίου κέρδους (34% το 2012, από 34,2% το
2011).
Ο κλάδος κατέγραψε τελικώς μειωμένα καθαρά κέρδη, παρά το γεγονός ότι
ειδικότερα οι φαρμακοβιομηχανίες παρουσίασαν σημαντική βελτίωση της
κερδοφορίας τους. Η μείωση των συνολικών καθαρών κερδών οφείλεται
στη μειωμένη αποδοτικότητα των βιομηχανιών καλλυντικών και
απορρυπαντικών, οι οποίες το 2011 είχαν εμφανίσει υψηλή κερδοφορία
χάρη σε έκτακτα, μη επαναλαμβανόμενα έσοδα.
 

Transnational Partnerships

Βιοτουρισμός στα Τρίκαλα

bio_trikala_logo

Σας προτείνουμε